«Φρένο» στη μείωση των τιμών βάζει η κρίση στη Μέση Ανατολή
Η κλιμάκωση της έντασης στη Μέση Ανατολή, ως απότοκο του πολέμου του Ισραήλ με τη Χαμάς που εξακολουθεί να μαίνεται με επίκεντρο τη Γάζα, είναι ο βασικός λόγος που οι τιμές του πετρελαίου δεν συνέχισαν, τις τελευταίες εβδομάδες, την πτωτική τάση τους. Η τιμή του μπρεντ στην παγκόσμια αγορά κινείται περί τα 78 δολάρια το βαρέλι, ενώ είχε υποχωρήσει πριν τα Χριστούγεννα προς τα 70 δολάρια.
Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις αναλυτών, η μεγάλη αύξηση της παραγωγής αργού πετρελαίου, κυρίως από τις ΗΠΑ αλλά και άλλες χώρες, σε συνδυασμό με την επιβράδυνση στην αύξηση της ζήτησης δημιουργεί τις συνθήκες για πλεόνασμα στην παγκόσμια αγορά πετρελαίου και για μείωση των τιμών.
Η αδυναμία του ΟΠΕΚ και των συμμάχων του (ΟΠΕΚ+) να συγκρατήσουν τις τιμές φάνηκε μετά και την τελευταία προσπάθεια του στα τέλη Νοεμβρίου για μία πρόσθετη μείωση της προσφοράς κατά 900.000 βαρέλια την ημέρα από την 1η Ιανουαρίου 2024.
Η απόφαση ελήφθη μετά από διαφωνίες, οι οποίες οδήγησαν στην αποχώρηση της Αγκόλας από τον ΟΠΕΚ, χωρίς να πείσει την αγορά ότι μπορεί να αποτρέψει την προοπτική της δημιουργίας πλεονάσματος. Πολλοί αναλυτές θεωρούν ότι οι νέες μειωμένες ποσοστώσεις που ανακοινώθηκαν είναι πιθανό να μη τηρηθούν και σε μία τέτοια περίπτωση θα μπορούσε να υπάρξει ελεύθερη πτώση των τιμών.
Οι τιμές του πετρελαίου μειώθηκαν το 2023 κατά 10%, υποχωρώντας για πρώτη φορά μετά το 2020 και αφού είχε προηγηθεί η εκτίναξη τους σε ιστορικά υψηλά επίπεδα μετά την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία. Τα στοιχήματα των επενδυτών υπέρ της αύξησης των τιμών ήταν το 2023 τα χαμηλότερα από το 2011, ενώ ένας άλλος δείκτης που επιβεβαιώνει την πτωτική τάση της αγοράς είναι ότι οι τιμές είναι χαμηλότερες για τα βραχυπρόθεσμα συμβόλαια σε σχέση με τα πιο μακροπρόθεσμα.
Όλες αυτές οι προβλέψεις, ωστόσο, τελούν υπό την αίρεση ότι η αναταραχή στη Μέση Ανατολή δεν θα οδηγήσει σε μία γενική σύρραξη που θα έπληττε δραστικά την προσφορά από βασικές πετρελαιοπαραγωγούς χώρες της περιοχής. Για κάποιους αναλυτές, η πιθανότητα για ένα τέτοιο ενδεχόμενο παραμένει μικρή, αλλά είναι ξεκάθαρο ότι η κλιμάκωση της έντασης τις τελευταίες ημέρες είναι πολύ μεγάλη και επομένως ανησυχητική.
Οι συνεχόμενες επιθέσεις των μαχητών Χούθι της Υεμένης, που στηρίζονται από το Ιράν, κατά εμπορικών πλοίων που διέρχονται από την Ερυθρά Θάλασσα με προορισμό την Ευρώπη αποτελεί ιδιαίτερη πηγή ανησυχίας. Και αυτό, επειδή έχει αναγκάσει πολλές μεγάλες ναυτιλιακές εταιρείες να ακολουθούν την πολύ μεγαλύτερη και πιο ακριβή διαδρομή μέσω της Νότιας Αφρικής, με αποτέλεσμα τη μεγάλη αύξηση των ναύλων και τις καθυστερήσεις στην παράδοση των φορτίων πετρελαίου και άλλων εμπορευμάτων.
Η διεθνής ναυτική δύναμη που συγκροτήθηκε με πρωτοβουλία των ΗΠΑ για να περιπολεί στην περιοχή της Ερυθράς Θάλασσας και να προστατεύει τα διερχόμενα πλοία δεν έχει ανακόψει έως τώρα τις επιθέσεις των Χούθι, παρά το γεγονός ότι έχει καταρρίψει μεγάλο αριθμό drones και πυραύλων τους, όπως παραδέχθηκε ο επικεφαλής της αμερικανικής δύναμης. Το γεγονός αυτό έχει εντείνει την πίεση της Δύσης κατά των Χούθι με κοινή ανακοίνωση 12 χωρών να τους προειδοποιεί για τις ευθύνες τους, αν συνεχίσουν τις επιθέσεις. Παράλληλα, οι ΗΠΑ έχουν βάλει στο τραπέζι και το ενδεχόμενο επίθεσης κατά βάσεων των Χούθι στην Υεμένη, σύμφωνα με δηλώσεις Βρετανού αξιωματούχου.
Οι επιθέσεις των Χούθι εντάσσονται σε μία γενικότερη διεύρυνση της κρίσης, με τη συμμετοχή στον πόλεμο Ισραήλ – Χαμάς και άλλων στρατιωτικών οργανώσεων που στηρίζονται από το Ιράν, όπως της Χεζμπολάχ στον Λίβανο. Οι δύο μεγάλες εκρήξεις στο Ιράν, με δεκάδες νεκρούς και εκατοντάδες τραυματίες, τις τελευταίες ημέρες, όπως και ο φόνος του υπαρχηγού της Χαμάς στο σπίτι του στη Βηρυτό από κτύπημα των Ισραηλινών και οι εκρήξεις σε ιρανική βάση στο Ιράκ έχουν κλιμακώσει επικίνδυνα την ένταση.
Με πληροφορίες από το ΑΠΕ-ΜΠΕ
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ