BUSINESSNOMIKA ΘΕΜΑΤΑΑΣΦΑΛΕΙΑΑΣΦΑΛΙΣΗΕΠΕΝΔΥΣΕΙΣΕΠΙΧ/ΣΕΙΣΟΙΚΟΝΟΜΙΑΤΟΠΙΚΑ ΝΕΑ

Πόσο επιτυχημένος είναι ο εξωδικαστικός μηχανισμός;

Του Δημήτρη Σπυράκου

Το συνολικό ληξιπρόθεσμο ιδιωτικό χρέος (τράπεζες, δημόσιο) αυξήθηκε κατά σχεδόν 10 δισ. ευρώ σε σχέση με τα 225 δισ. ευρώ του τέλους του 2023. Τα κόκκινα δάνεια, σύμφωνα με την τελευταία Έκθεση Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας της Τράπεζας της Ελλάδος παρά τους πλειστηριασμούς και τις ρευστοποιήσεις εξασφαλίσεων που έχουν συντελεσθεί, ουδόλως μειώθηκαν.

Παρά ταύτα ο Υπουργός Οικονομικών με ικανοποίηση τονίζει, ότι μέσω του εξωδικαστικού μηχανισμού έχουν ρυθμιστεί, από την έναρξη της λειτουργίας του, οφειλές ύψους 12,5 δισ. ευρώ. Τι βέβαια από τις ρυθμίσεις αυτές είναι (ή θα μείνει) σε ισχύ, ουδόλως δείχνει να τον ενδιαφέρει. Οι servicers, πάντως, με ειλικρίνεια να αναγνωρίζουν ότι οι μισές σχεδόν από τις ρυθμίσεις που οι ίδιοι πραγματοποιούν κοκκινίζουν και πάλι.

Η Κυβέρνηση έχει κάθε λόγο να επενδύει επικοινωνιακά στον εξωδικαστικό μηχανισμό αφού, με επιλογή και ευθύνη της, δεν υπάρχουν μέσα και δυνατότητες προστασίας για τους οφειλέτες. Οι μικροβελτιώσεις που ανά διαστήματα ως συνήθεια πια επιφέρει διασκεδάζουν μόνο την απογοήτευση και χρησιμοποιούνται για να καλλιεργούν νέες προσδοκίες. Δεν αλλάζουν, ωστόσο, την ουσία, ότι το εργαλείο αυτό, ως μοναδικό μάλιστα να απομένει, έχει μάλλον σε σχέση με τις διαστάσεις του προβλήματος του ιδιωτικού χρέους, ελάχιστη συμβολή στην αντιμετώπισή του.

Αν θα έπρεπε να συνοψίσει κανείς, σε λίγες γραμμές, τη βασική αιτία της ανεπάρκειας του εξωδικαστικού μηχανισμού θα μπορούσε να επισημάνει κυρίως τα εξής:

Ο εξωδικαστικός μηχανισμός παραμένει ένα εργαλείο στο οποίο οι εταιρείες διαχείρισης και οι τράπεζες διατηρούν τον πλήρη έλεγχο. Αυτές καθορίζουν τα όρια της υποχώρησής τους και αποδέχονται, στην καλύτερη για τους οφειλέτες περίπτωση, μόνο ρυθμίσεις που δεν θα τους αποφέρουν χειρότερα οικονομικά αποτελέσματα από αυτά της πτώχευσης των οφειλετών. Για την ακρίβεια, μάλιστα, εκτιμώντας τις εξασφαλίσεις (τα ακίνητα) σε ιδανικές αξίες, ή προσθέτοντας και ένα περιθώριο πάνω σε αυτές, οι πιστωτές απαιτούν ρυθμίσεις που οδηγούν, λαμβάνοντας υπόψη και τα υψηλά επιτόκια, σε πολύ καλύτερες πληρωμές από αυτές που θα τους πρόσφερε η ρευστοποίηση της περιουσίας του οφειλέτη.

Όλες οι προσπάθειες που καταβάλλει η Κυβέρνηση, όσον αφορά την επέκταση του εξωδικαστικού μηχανισμού, είναι προς αυτή την κατεύθυνση. Να διασφαλίσει δηλαδή τουλάχιστον την τεκμαιρόμενη συναίνεση των πιστωτών σε παραγόμενες στον μηχανισμό προτάσεις ρυθμίσεων που εκ των προτέρων συμφωνείται με αυτούς να πληρούν τις παραπάνω ή, πάντως, ανάλογες προδιαγραφές.

Ένας τέτοιος εξωδικαστικός μηχανισμός όμως δεν ανταποκρίνεται στην κοινωνική αποστολή του. Δεν εξισορροπεί υποτυπωδώς τα συμφέροντα των δύο πλευρών και δεν μπορεί να καταλήξει πετυχημένος. Οι οφειλέτες, δίχως να εξαιρούνται οι ευάλωτοι, μοιραία έρχονται στις ρυθμίσεις του εξωδικαστικού αντιμέτωποι με υπέρογκες δόσεις, πέραν των εισοδηματικών τους δυνατοτήτων, για χρονικά διαστήματα που φθάνουν μέχρι και τα 35 έτη, ζώντας, για όσους καταφέρνουν να τις εξυπηρετούν, με την αγωνία ότι με την πρώτη αποτυχία τους, το συνολικό χρέος θα αναγεννηθεί.

Η πρόκληση για τη διαμόρφωση ενός αποτελεσματικού εξωδικαστικού μηχανισμού είναι σήμερα να αναπτύξει κανείς προϋποθέσεις, διαδικασίες και κριτήρια υπό τα οποία δίκαια θα υποχωρεί η αρχή της μη χειροτέρευσης της θέσης των πιστωτών χάριν μίας βιώσιμης και ανθρώπινης ρύθμισης για τον οφειλέτη. Αυτό θα έπρεπε να το επιδιώκει ιδίως η Κυβέρνηση που δεν έχει αφήσει στους οφειλέτες μέσα προστασίας ή άλλο θεσμικό πλαίσιο για ρεαλιστική ρύθμιση των χρεών. Το όριο των ρυθμίσεων δεν μπορεί, λοιπόν, να είναι η οικονομική εξόντωση ή η εξουθένωση του οφειλέτη.

Για να καταστεί ο εξωδικαστικός μηχανισμός αμοιβαία επωφελής και παραγωγικός χρειάζεται, επομένως, μία εντελώς διαφορετική προσέγγιση. Θα πρέπει να αποτυπώνεται στη λειτουργία του ότι η αντιμετώπιση του προβλήματος των κόκκινων δανείων και γενικότερα του ιδιωτικού χρέους στη χώρα μας είναι δημόσια υπόθεση. Αφορά την κοινωνική συνοχή και σταθερότητα, τη στήριξη ενός μεγάλου μέρους της πραγματικής οικονομίας, τις προοπτικές νοικοκυριών και επιχειρήσεων.

Η εύλογη κερδοφορία με βάση την πραγματική αξία των απαιτήσεων για τους πιστωτές, το εισόδημα, η διαφύλαξη της παραγωγικής προοπτικής του οφειλέτη, η προστασία της μικρομεσαίας κατοικίας και της βασικής αγροτικής περιουσίας, ο περιορισμός των διογκωμένων εξαιτίας καθυστερήσεων οφειλών μπορούν και πρέπει να αξιοποιηθούν, μεταξύ άλλων, ως παράγοντες που επηρεάζουν ουσιωδώς τις ρυθμίσεις του εξωδικαστικού μηχανισμού.

*Ο Δημήτρης Σπυράκος είναι διδάκτωρ νομικής, γραμματέας του Τομέα Ιδιωτικού Χρέους και Προστασίας Καταναλωτών του ΠΑΣΟΚ

Related Articles

Back to top button