Δημοσιότητα ή μυστικότητα στην ποινική δίκη;
Της Ειρήνης Εξάρχου,
Μία από τις βασικότερες αρχές της ποινικής δίκης θα λέγαμε πως είναι η αρχή της δημοσιότητας. Η δημοσιότητα αυτή έχει δύο εκφάνσεις: αφενός τη «λαϊκή δημοσιότητα», την πρόσβαση, δηλαδή, του κοινού στην δίκη και την δυνατότητα του κάθε πολίτη να παρακολουθήσει την εξέλιξη της διαδικασίας και, αφετέρου, τη «δημοσιότητα των μερών» -κυρίως όσον αφορά τον κατηγορούμενο- την ενημέρωσή του δηλαδή για τα δικαιώματά του, την γνωστοποίηση της κατηγορίας και άλλων στοιχείων της προδικασίας.
Όταν μιλάμε, όμως, για «λαϊκή δημοσιότητα», δεν εννοούμε προφανώς την παρουσία όλου του λαού στο ακροατήριο, απλά αναφερόμαστε στη δυνατότητα που έχει κάθε πολίτης να βρεθεί σε μία ποινική δίκη και να την παρακολουθήσει. Οι μόνοι περιορισμοί που μπορούν να τεθούν στη λαϊκή δημοσιότητα είναι, όταν ο αριθμός των ατόμων είναι μεγαλύτερος από την χωρητικότητα της αίθουσας και έτσι αναγκαστικά θα απαγορευθεί η είσοδος σε μέρος του κοινού, ή πιο σύνηθες, όταν πρόκειται για την εκδίκαση υπόθεσης που εξ ορισμού εκδικάζεται «κεκλεισμένων των θυρών».
Ειδικότερα, πρόκειται για υποθέσεις με ευαίσθητο χαρακτήρα, η παρακολούθηση των οποίων θα μπορούσε να θίξει την υπόληψη κάποιου, να απειλήσει τη δημόσια τάξη ή ακόμα και να θέσει σε κίνδυνο την αποκάλυψη κάποιου κρατικού ή ιδιωτικού απορρήτου, η οποία με τη σειρά της θα προκαλούσε ψυχικά-ψυχολογικά τραύματα στον παθόντα ή τον κατηγορούμενο. Οι υποθέσεις που εκδικάζονται κεκλεισμένων των θυρών αναγράφονται στον κώδικα ποινικής δικονομίας. Μην ξεχνάμε, ότι ναι μεν η λαϊκή δημοσιότητα ικανοποιεί το κοινό αίσθημα και αφορά άμεσα τον λαό, όμως κάποιες φορές προκαλείται τεράστια χλεύη και κακεντρέχεια τόσο στο πρόσωπο του κατηγορουμένου όσο και στους ίδιους τους παθόντες.
Η λαϊκή δημοσιότητα, προφανώς, είναι ανέφικτη στο στάδιο της προδικασίας (συλλήψεις, ανακρίσεις, συλλογή στοιχείων), για ευνόητους λόγους, και επιτρέπεται μόνο κατά τη συζήτηση της υπόθεσης στο ακροατήριο. Αναγκαία και επιτακτική κρίνεται η δημοσιότητα σε αυτό το στάδιο της ποινικής διαδικασίας, μιας και τονώνει το αίσθημα ευθύνης και την αμεροληψία των δικαστών για την πιο γρήγορη και αποτελεσματική ειρήνευση της έννομης τάξης, αλλά και ικανοποιεί το κοινό λαϊκό αίσθημα για τιμωρία των παραβατών και ουσιαστική προστασία των ατομικών και κοινωνικών δικαιωμάτων.
Καίριο ζήτημα, ωστόσο, αποτελεί η δημοσιογραφική κάλυψη των δικών, δηλαδή η έμμεση λαϊκή δημοσιότητα, που κατά καιρούς έχει αποτελέσει θέμα συζήτησης για το αν θα πρέπει να προστατεύεται νομικά. Δεν είναι λίγες οι φορές, που η μαγνητοσκόπηση δικών έχει καταντήσει ένα ευτελές θέαμα θεατρικού χαρακτήρα που υποβαθμίζει την δικαιοσύνη. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί η τηλεοπτική μετάδοση της δίκης των σατανιστών της Πεντέλης. Το «δικαστικό ρεπορτάζ» παρακωλύει την ποινική διαδικασία «ψαχουλεύοντας» στοιχεία και γεγονότα από την προσωπική ζωή των συντελεστών της δίκης, τα έντυπα βρίθουν από προκλητικές λεζάντες και ιδιωτικές φωτογραφίες, ενώ, παράλληλα, διασπείρονται ALLGOOD ΤΩΡΑ περιορισμένης βασιμότητας σε κάθε είδους εκπομπές.
Ακόμη, πολλές φορές οι δημοσιογράφοι αναλαμβάνουν ρόλο δικαστή και προκρίνουν το αποτέλεσμα σαν να είναι το δικαστήριο ένας ποδοσφαιρικός αγώνας. Αυτό το είδος δημοσιογραφίας είναι άκρως επικίνδυνο, πόσο μάλλον όταν εμπλέκεται στην προδικασία και αρχίζει να αποκαλύπτει στοιχεία των ερευνών ή της προανάκρισης. Κάποιες φορές, μάλιστα, οι δημοσιογράφοι διεξάγουν και δικές τους έρευνες σαν άλλοι ιδιωτικοί ερευνητές. Οι τηλεοπτικές δίκες είναι εξαιρετικά επιβλαβείς τόσο για την ίδια την ακεραιότητα της ποινικής διαδικασίας, όσο και για την προστασία των παθόντων και των κατηγορουμένων.
Η μόνη ειδησεογραφία που θα μπορούσε να προστατευθεί νομικά είναι η λεγόμενη «πολιτική ειδησεογραφία», δηλαδή η δημοσιογραφία που ανταποκρίνεται απόλυτα και άμεσα στο δημοκρατικό δικαίωμα των πολιτών για ενημέρωση ως προς τα θέματα που αφορούν εκείνους και την πολιτεία. Αυτού του είδους η δημοσιότητα αποτελεί ζωτικό στοιχείο του πολιτεύματος.
Συνεπώς, θα έπρεπε το οποιοδήποτε δημοσίευμα να προβάλλεται δικαιολογημένα και η οποιαδήποτε μετάδοση της διαδικασίας του ακροατηρίου να αποτελεί αντικειμενική και αμερόληπτη προβολή ακριβώς όσων διαδραματίζονται εκεί χωρίς πρόσθετα σχόλια, παραποιήσεις και μοντάζ. Τέλος, πρέπει φυσικά να λαμβάνεται υπόψη και το συνταγματικά κατοχυρωμένο τεκμήριο αθωότητας του κατηγορουμένου όπως προβλέπεται και στο άρθρο 6 παρ. 2 της ΕΣΔΑ.
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΗ ΠΗΓΗ
- Νικόλαος Κ. Ανδρουλάκης, Θεμελιώδεις έννοιες της ποινικής δίκης, Εκδόσεις Π.Ν Σάκκουλας, 5η έκδοση, 2012