Καποδίστριας: Η ταινία που φόβισε το σύστημα
«Καποδίστριας»: Μια ταινία που δεν φοβήθηκε. Όπως δεν φοβήθηκε κι εκείνος

Δεν γράφω αυτό το κείμενο ως κριτικός κινηματογράφου.
Γράφω ως πολίτης.
Ως άνθρωπος που πιστεύει ότι η Ιστορία δεν είναι για μουσεία, αλλά για αφύπνιση.
Η ταινία «Καποδίστριας» δεν είναι απλώς μια ταινία.
Είναι ένας καθρέφτης.
Και όποιος κοιταχτεί μέσα του, είτε θα σκεφτεί… είτε θα θυμώσει.
Γιατί ο Ιωάννης Καποδίστριας δεν δολοφονήθηκε μόνο το 1831.
Δολοφονείται διαρκώς κάθε φορά που ανεχόμαστε τη μετριότητα,
κάθε φορά που χειροκροτούμε την οικογενειοκρατία,
κάθε φορά που συμβιβαζόμαστε με το «έτσι είναι τα πράγματα».
Αυτό το άρθρο δεν χαρίζεται σε κανέναν.
Ούτε στον δημιουργό, ούτε στους επικριτές, ούτε στο σύστημα.
Στέκεται μόνο απέναντι στην αλήθεια.
Είδα την ταινία.
Όχι βιαστικά. Όχι επιφανειακά.
Την είδα και με προβλημάτισε.
Με έκανε να σταματήσω.
Να σκεφτώ.
Να συνδέσω το χθες με το σήμερα.
Δεν βγήκα από την αίθουσα «ανάλαφρος».
Βγήκα πιο βαρύς ,προβληματισμένος , σκεπτικός
Και αυτό, για μένα, είναι ένδειξη ότι κάτι έγινε σωστά.
Γι’ αυτό και θα τη ξαναδώ.
Όχι για το θέαμα , για τα κουστούμια , τα σκηνικά τα φώτα κτλ
Αλλά για τα μηνύματα.
Για τις λεπτομέρειες που δεν φαίνονται με την πρώτη.
Για όσα ενοχλούν και γι’ αυτό αξίζουν δεύτερη ματιά.
Γιατί οι ταινίες που δεν σε αφήνουν ήσυχο,
είναι αυτές που δεν τελειώνουν με τους τίτλους τέλους.
Και η αλήθεια, πολλές φορές, πονάει.
Η ταινία «Καποδίστριας» του Γιάννη Σμαραγδή ξεκίνησε να προβάλλεται ανήμερα Χριστουγέννων.
Και δεν είναι τυχαίο.
Γιατί μιλά για γέννηση αξιών, όχι απλώς για μια ιστορική αναδρομή.
Τις τελευταίες μέρες διαβάσαμε πολλά.
Από ειδικούς του σινεμά, από «ειδικούς» των social, από ανθρώπους που είδαν την ταινία και από ανθρώπους που έσπευσαν να την κρίνουν χωρίς καν να τη δουν.
Δεν είμαστε ειδικοί του κινηματογράφου.
Είμαστε όμως πολίτες. Και αυτό αρκεί.
Γιατί υπάρχουν πράγματα που έχουν μεγαλύτερη σημασία από την κινηματογραφική τεχνική.
Α. Ο πόλεμος που δέχτηκε – και δεν λύγισε
Ο Γιάννης Σμαραγδής δέχτηκε πόλεμο ανοιχτό και υπόγειο για να μη φτάσει ποτέ αυτή η ταινία στην οθόνη.
Χρόνια εμπόδια, καθυστερήσεις, σιωπές, πόρτες κλειστές.
Και το σημαντικότερο:
Μίλησε με ονόματα.
Δεν κρύφτηκε.
Δεν υπαναχώρησε.
Δεν συμβιβάστηκε.
Αυτό, από μόνο του, είναι πολιτική πράξη.
Και τον τιμά.
Γιατί όποιος επιμένει να μιλά για τον Καποδίστρια, ξέρει ότι θα ενοχλήσει.
Όπως ενοχλούσε κι εκείνος.
Β. Έφερε στο φως έναν άγνωστο “γνωστό”
Σχεδόν 200 χρόνια μετά, για τον Ιωάννη Καποδίστρια οι περισσότεροι γνωρίζαμε:
-
λίγες σειρές στα σχολικά βιβλία
-
ένα διοικητικό σχέδιο για τους δήμους
-
ένα όνομα στην Ιστορία
Η ταινία κάνει κάτι ουσιαστικό:
στρέφει ξανά το βλέμμα στο πρόσωπο.
Όχι στον μύθο.
Στον άνθρωπο.
Στον κυβερνήτη που δεν κυβέρνησε για την καρέκλα, αλλά για το Έθνος.
Και αυτό από μόνο του είναι τεράστια προσφορά.
Γ. Ανέδειξε τον Καποδίστρια και ξεσκέπασε τους κοτζαμπάσηδες
Ο Σμαραγδής δεν ωραιοποιεί.
Δεν χαϊδεύει.
Δεν μασάει.
Από τη μία, αναδεικνύει:
-
το ήθος
-
τη θυσία
-
την αυταπάρνηση
-
την έννοια της πολιτικής ως προσφοράς
Από την άλλη, δείχνει καθαρά:
τους κοτζαμπάσηδες, τις οικογενειοκρατίες, τα συμφέροντα που τότε και σήμερα κρατούν την Ελλάδα καθηλωμένη.
Και εδώ είναι που πολλοί ενοχλήθηκαν.
Γιατί η Ιστορία, όταν μοιάζει πολύ με το σήμερα, πονάει.
Δ. Μια ταινία που αφυπνίζει και γι’ αυτό πολεμήθηκε
Η ταινία περνά μηνύματα ξεκάθαρα:
-
προς την πολιτική εξουσία
-
προς το κράτος
-
προς το σύστημα
Ίσως γι’ αυτό πολεμήθηκε όλα αυτά τα χρόνια.
Γιατί δεν είναι «ακίνδυνη».
Δεν είναι ουδέτερη.
Δεν είναι βολική.
Σε βάζει να αναρωτηθείς:
Πώς θα ήταν η Ελλάδα σήμερα αν δεν δολοφονούσαν τον Καποδίστρια;
Και κυρίως:
Ποιοι είναι οι σημερινοί κοτζαμπάσηδες;
ΣΥΝΟΨΗ ΣΤΟ ΕΡΓΟ ΤΟΥ ΙΩΑΝΝΗ ΚΑΠΟΔΙΣΤΡΙΑ
Ο Ιωάννης Καποδίστριας δεν ήταν ένας ακόμη πολιτικός.
Ήταν παγκόσμια προσωπικότητα.
Γιατρός, νομικός, φιλόσοφος.
Συντάκτης Συνταγμάτων.
Δημιουργός του ελβετικού πολιτειακού μοντέλου που ισχύει μέχρι σήμερα.
Υπουργός Εξωτερικών της Ρωσίας, χωρίς να δεχτεί ποτέ να γίνει υπήκοος.
Χρηματοδότησε με δικά του χρήματα τη μόρφωση εκατοντάδων Ελλήνων.
Στήριξε την Ελληνική Επανάσταση όταν όλοι την είχαν ξεγραμμένη.
Έβαλε υποθήκη την προσωπική του περιουσία για να τραφεί ένας πεινασμένος λαός.
Ως Κυβερνήτης:
-
δεν πήρε μισθό
-
δεν πλούτισε
-
δεν συμβιβάστηκε
…….γι’ αυτό δολοφονήθηκε από ελληνικά χέρια.
Ο Κολοκοτρώνης τον είπε «Πατέρα του Έθνους».
Ο Κανάρης μίλησε για πατροκτονία.
Κι εμείς;
Απλώς προχωρήσαμε σαν να μην συνέβη τίποτα.
Ο Καποδίστριας δολοφονήθηκε. Η Ιδέα όχι.
Τον σκότωσαν στα σκαλιά του Αγίου Σπυρίδωνα.
Αλλά δεν κατάφεραν να σκοτώσουν:
την ιδέα της πατρίδας ως κοινό καλό,
την πολιτική ως θυσία,
την ηγεσία ως ευθύνη.
Γι’ αυτό και φοβούνται ακόμα το όνομά του.
Ένα κάλεσμα, όχι μια άποψη
Αυτό το άρθρο δεν λέει:
«Δείτε την ταινία γιατί είναι αριστούργημα».
Λέει κάτι πιο απλό και πιο τίμιο:
Δείτε την ταινία. Και βγάλτε μόνοι σας τα συμπεράσματά σας.
Χωρίς φίλτρα.
Χωρίς προκαταλήψεις.
Χωρίς έτοιμες ταμπέλες.
Γιατί ένας λαός που δεν αντέχει να κοιτάξει την Ιστορία του κατάματα,
είναι καταδικασμένος να ζει πάντα σκυφτός.
Μακάρι…
Μακάρι να ξυπνήσουμε.
Μακάρι να ξεφορτωθούμε τους σύγχρονους κοτζαμπάσηδες.
Μακάρι να εμπνευστούμε ξανά από ανθρώπους που δεν έβαλαν την πατρίδα ενέχυρο, αλλά έβαλαν τον εαυτό τους.
Και κάποτε,
ένας νέος Καποδίστριας
να εμπνεύσει ξανά το Έθνος.
Μέχρι τότε,
ας αρχίσουμε από το αυτονόητο:
-Να δούμε την ταινία.
-Να σκεφτούμε.
–Να μη φοβηθούμε την αλήθεια
Τον Καποδίστρια δεν τον σκότωσαν οι εχθροί της Ελλάδας.
Τον σκότωσαν οι «δικοί μας».
Και 200 χρόνια μετά,
οι απόγονοι εκείνων που πάτησαν τη σκανδάλη
συνεχίζουν να κυβερνούν,
να μοιράζουν εξουσία,
να μιλούν στο όνομα του λαού χωρίς τον λαό.
Η ταινία δεν ζητά χειροκρότημα.
Ζητά σκέψη.
Ζητά στάση.
Ζητά ευθύνη.
Γιατί αν σήμερα δεν αντέχουμε έναν Καποδίστρια στην οθόνη,
δεν θα αντέχαμε ποτέ έναν Καποδίστρια στην εξουσία.
Ο Καποδίστριας δολοφονήθηκε.
Η ιδέα του όχι.
Το ερώτημα είναι: Εμείς;







