FACEBOOKΓΕΓΟΝΟΤΑΔΙΑΦΟΡΑΕΠΕΝΔΥΣΕΙΣΕΠΙΧ/ΣΕΙΣΚΛΕΨΥΔΡΑκοινωνικάΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑΟΙΚΟΝΟΜΙΑΠΟΛΙΤΙΚΗΠολιτικήΤΟΠΙΚΑ ΝΕΑΨΥΧΟΛΟΓΙΑ

«Θα επέστρεφα στην Ελλάδα, αν…»

Οι δυσκολίες στην προσέλκυση ταλέντων, παρά τη ζήτηση από τις μεγάλες ελληνικές επιχειρήσεις

«Θα επέστρεφα, αν…» η καρδιά μου το ζητούσε, ήθελα να κάνω οικογένεια, είχα πειστεί ότι η Ελλάδα αλλάζει, έβρισκα μια δουλειά με ικανοποιητικές αμοιβές και αξιοπρεπείς συνθήκες εργασίας, ένιωθα ότι εντάσσομαι στο όραμα της επιχείρησης στην οποία θα εργαστώ.

Αυτές είναι κάποιες από τις απαντήσεις ανθρώπων που ζουν και εργάζονται στο Λονδίνο και συμμετείχαν στην εκδήλωση που πραγματοποίησε το υπουργείο Εργασίας για πρώτη φορά σε συνεργασία με 12 μεγάλες επιχειρήσεις και ισχυρό αποτύπωμα στην ελληνική οικονομία.

Είναι επιχειρήσεις που από την πλευρά τους απαντούν κατηγορηματικά «ναι» στο αντίστοιχο ερώτημα «θα προσλάμβανα κάποιον Έλληνα του εξωτερικού», πολλώ δε μάλλον αν πρόκειται για νέους, με «ισχυρά βιογραφικά», σημαντική καριέρα στο εξωτερικό, επαγγελματική κατάρτιση αλλά και μεγάλη εμπειρία. Άλλωστε, στο Λονδίνο, ήδη διερευνήθηκε το ενδεχόμενο κάλυψης τουλάχιστον 300 κενών θέσεων εργασίας υψηλών δεξιοτήτων από Έλληνες εργαζομένους στο εξωτερικό, στο πλαίσιο λειτουργίας της πλατφόρμας «Rebrain Greece» και τις επιχειρήσεις AAnG Holdings Group, Alpha Bank, Archirodon NV, CENERGY HOLDINGS – ELVALHALCOR (όμιλος Viohalco), DEMO Pharmaceutical, EY Greece, GEK Terna, HELLENiQ ENERGY, LAMDA Development, OTE και PPC S.A. (ΔΕΗ).

Και σύμφωνα με τα στοιχεία, το ενδιαφέρον ήταν μεγάλο, καθώς οι συμμετοχές ανήλθαν σε 600. Βέβαια, από τη διερεύνηση μέχρι την οριστική απόφαση της επιστροφής, ο δρόμος είναι μεγάλος και συνήθως, λίγοι είναι αυτοί που αποφασίζουν τελικά να εργαστούν στην Ελλάδα. Από τους περίπου 600.000 Έλληνες που έφυγαν από τη χώρα την περίοδο 2010-2021, έχουν επιστρέψει περίπου 350.000.

Συνολικά, στην πλατφόρμα του υπουργείου «Rebrain Greece», το ενδιαφέρον που εκφράστηκε από τους Έλληνες του Ηνωμένου Βασιλείου ανήλθε σε 1.500 εγγραφές, και αυτή ήταν η πρώτη προσπάθεια συνέργειας του δημοσίου με τον ιδιωτικό τομέα, η οποία φέρνει τις επιχειρήσεις που αναζητούν εξειδικευμένα προσόντα και «ταλέντα» μπροστά σε επαγγελματίες που εργάζονται εκτός Ελλάδος. Οπως χαρακτηριστικά δηλώνει η υπουργός Εργασίας Δόμνα Μιχαηλίδου, ο επαναπατρισμός των Ελλήνων εργαζομένων υψηλής εξειδίκευσης, σε εταιρείες που αποτελούν κρίσιμο και ουσιαστικό ποσοστό του ΑΕΠ, είναι ένα εθνικό ζήτημα.

Σε αυτό το πλαίσιο εντάσσεται και η προσπάθεια του υπουργείου, μέσω της δημιουργίας του μηχανισμού διασύνδεσης «Rebrain Greece», στον οποίο ήδη έχουν εγγραφεί 1.500 ενδιαφερόμενοι που διερευνούν το ενδεχόμενο επιστροφής για να εργαστούν σε κάποια από τις συνολικά 170 εταιρείες που έχουν τουλάχιστον 350 κενές θέσεις εργασίας υψηλής εξειδίκευσης. Σε αυτή τη διαδικασία έχουν ήδη υποβληθεί 860 αιτήσεις – εκδηλώσεις ενδιαφέροντος για κάποια από αυτές τις θέσεις. Κι όπως εξηγεί μιλώντας στην «Κ» ο γενικός διευθυντής Εργασιακών Σχέσεων του υπουργείου Εργασίας Κωνσταντίνος Αγραπιδάς, εμπνευστής του μηχανισμού αυτού, πρόκειται για εταιρείες που επιθυμούν να επενδύσουν στον ανθρώπινο παράγοντα υψηλής προστιθέμενης αξίας και εξειδίκευσης.

Σε αυτή τη… μάχη όμως οι ελληνικές επιχειρήσεις, σύμφωνα με τον κ. Αγραπιδά, έχουν έναν ισχυρό αντίπαλο, καθώς δεν είναι μόνες. «Η μάχη των ταλέντων» διεξάγεται σε ολόκληρη την ευρωπαϊκή ήπειρο και οι επιχειρήσεις ανταγωνίζονται για την προσέλκυση εργαζομένων υψηλής εξειδίκευσης προκειμένου να γίνουν περισσότερο εξωστρεφείς, ανταγωνιστικές και καινοτόμες», επισημαίνει.

Σύμφωνα με τον κ. Αγραπιδά, στον διευρυμένο ανταγωνισμό των ταλέντων, οι πολιτικές επαναπατρισμού που έχουν θεσπίσει χώρες όπως η Ισπανία, η Πορτογαλία, η Ρουμανία και η Πολωνία έχουν ιδιαίτερη αξία, καθώς παρέχουν στοχευμένα φορολογικά και οικονομικά κίνητρα επιστροφής εργαζομένων, αλλά και επιχορήγηση για τη δημιουργία startups. «Η προσέλκυση των Ελλήνων του εξωτερικού είναι ένα πολυδιάστατο ζήτημα που επηρεάζεται από πολλαπλούς παράγοντες, όπως είναι η δημιουργία ευκαιριών, οι συνθήκες εργασίας, το εργασιακό περιβάλλον σε συνδυασμό με τις ανταγωνιστικές αμοιβές, τα επιπρόσθετα κίνητρα από την πλευρά των επιχειρήσεων (μπόνους, παροχές υγείας, μετοχές), καθώς και την προοπτική της ανέλιξης και της σταδιοδρομίας», σημειώνει. Ιδιαίτερο ρόλο διαδραματίζουν τα φορολογικά κίνητρα και το ύψος του μη μισθολογικού κόστους, σε συνδυασμό με τις συνθήκες και την ποιότητα ζωής, τη συμπεριληπτικότητα κ.λπ.

Στο ερώτημα δε, αν μπορεί η Ελλάδα να αποκτήσει «ανταγωνιστικό πλεονέκτημα» έναντι των άλλων χωρών, ο γενικός διευθυντής Εργασιακών Σχέσεων ξεκαθαρίζει ότι οι συνθήκες βελτιώνονται και δημιουργείται ένα ευνοϊκό επιχειρηματικό και αναπτυξιακό οικοσύστημα που δημιουργεί θέσεις υψηλής εξειδίκευσης. Αυτό οφείλεται στην προσέλκυση των άμεσων ξένων επενδύσεων, στην ανταγωνιστικότητα και την εξωστρέφεια μεγάλων και μεσαίων επιχειρήσεων, σε συνδυασμό με την ψηφιακή μετάβαση και τις επενδύσεις στον τομέα των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας. Με βάση τα δεδομένα από την πλατφόρμα «Rebrain Greece» και τις θέσεις που είχαν ήδη ανεβάσει μεγάλες επιχειρήσεις ενόψει της εκδήλωσης προσέλκυσης ταλαντούχων Ελλήνων, που πραγματοποιήθηκε στο Λονδίνο, το ενδιαφέρον επικεντρώνεται κυρίως σε ειδικότητες όπως: ηλεκτρολόγοι μηχανικοί, χημικοί μηχανικοί, μηχανικοί ΤΠΕ λογισμικού, αναλυτές, αναλυτές συστημάτων, πολιτικοί μηχανικοί, μηχανικοί κατασκευών, αναλυτές συστημάτων ασφαλείας, οικονομικοί αναλυτές, project managers, χρηματοοικονομικοί σύμβουλοι.

«Η προσέλκυση Ελλήνων υψηλής εξειδίκευσης του εξωτερικού αλλά και όσων διαμένουν στην Ελλάδα είναι μια απαιτητική διαδικασία, καθώς ο ανταγωνισμός είναι διεθνής», επισημαίνει ο κ. Αγραπιδάς, για να καταλήξει πως «στην αγορά εργασίας λόγω της στενότητας για συγκεκριμένες εξειδικεύσεις και του ανταγωνισμού, έχει γίνει μια ποιοτική αλλαγή καθώς οι εργαζόμενοι επιλέγουν τις επιχειρήσεις και όχι οι επιχειρήσεις τους εργαζομένους».

Καλύτερη ποιότητα ζωής, διαφάνεια, αξιοκρατία και προοπτικές εξέλιξης

Διατεθειμένοι να επιστρέψουν, ακόμη και με χαμηλότερο μισθό από αυτόν που παίρνουν, είναι οι περισσότεροι Έλληνες του εξωτερικού, αρκεί βέβαια να βρουν στην Ελλάδα καλύτερη ποιότητα ζωής, διαφάνεια και ασφάλεια, σαφώς ικανοποιητικές αμοιβές και παροχές, βελτιωμένη ποιότητα υπηρεσιών αλλά και επαγγελματική εξασφάλιση, όχι με την έννοια της μονιμότητας αλλά της εξέλιξης, της αξιοκρατίας και της συνεχούς βελτίωσης. Έχοντας ζήσει οι περισσότεροι για πάνω από 10 χρόνια μακριά από την Ελλάδα, αφού η περίοδος της μεγάλης φυγής των… εγκεφάλων, το λεγόμενο «brain drain», εκτυλίχθηκε κατά τη διάρκεια της δημοσιονομικής κρίσης χρέους στη χώρα μας, βρίσκονται μπροστά σε ένα υπαρκτό δίλημμα, σε μια ηλικία που ιδιαίτερη βαρύτητα έχει στο μυαλό τους το ενδεχόμενο, παράλληλα με την καριέρα, να δημιουργήσουν και τη δική τους οικογένεια.

Η «Κ» συνομίλησε με τέσσερις Έλληνες που ζουν στο Λονδίνο, είναι ικανοποιημένοι από την εργασία τους εκεί, βρέθηκαν όμως στην εκδήλωση που πραγματοποίησε το υπουργείο Εργασίας. Κάποιοι γιατί είναι ήδη πολύ κοντά στο να επιστρέψουν στη χώρα μας, να επανενωθούν με την οικογένειά τους ή και να κάνουν δική τους οικογένεια στην Ελλάδα. Κάποιοι άλλοι, αν και το σκέφτονται, δεν είναι ακόμη σε αυτήν τη φάση, αν και στο πίσω μέρος του μυαλού τους έχουν πάντα την επιθυμία να ξαναβρεθούν στην πατρίδα. Κι όσο κι αν ακούγεται περίεργο, ένας επίσης σημαντικός λόγος επιστροφής είναι το κλίμα στην Ελλάδα, αφού ο καιρός στο Λονδίνο δεν ταιριάζει στην ελληνική ιδιοσυγκρασία.

Βέβαια, η απόφαση της επιστροφής είναι δύσκολη.

Η Ελένη Σωτηροπούλου έφυγε από τη χώρα το «δύσκολο» 2014 και η παρουσία της στην εκδήλωση υποδηλώνει την επιθυμία της για επιστροφή. «Είχα την ευκαιρία να έρθω σε επαφή με κάποιους από τους μεγαλύτερους εργοδότες στην Ελλάδα και να ενημερωθώ για τις διαθέσιμες θέσεις εργασίας», σημειώνει στην «Κ» και αποκαλύπτει ότι την ενδιαφέρει η προοπτική επιστροφής στην Ελλάδα.

«Αν όχι τώρα, που το μομέντουμ είναι εξαιρετικό, τότε πότε», δηλώνει χαρακτηριστικά. «Χάρηκα που το υπουργείο Εργασίας είναι αρωγός σε αυτή την προσπάθεια», επισημαίνει και δηλώνει εντυπωσιασμένη από το ουσιαστικό ενδιαφέρον που υπήρξε από τις επιχειρήσεις. Η ίδια άλλωστε, που ασχολείται με τα ναυτιλιακά, δηλώνει πως ήδη βρίσκεται σε συζητήσεις με επιχειρήσεις στη χώρα μας για να επιστρέψει. «Βέβαια οι απολαβές δεν θα είναι απολαβές Αγγλίας», όμως υπάρχουν άλλες παράμετροι που μετρούν περισσότερο, όπως ένα ανθρωποκεντρικό περιβάλλον, το καλό κλίμα συνεργασίας σε μια επιχείρηση, οι προοπτικές εξέλιξης αλλά και ρεαλιστικές αποδοχές.

Ο Νώντας Λούκας ζει στην Αγγλία από το 2011 και είναι σύμβουλος μηχανικός. Η επιστροφή στην Ελλάδα τον απασχολεί, ωστόσο «δεν παύει να είναι μια πολυπαραγοντική απόφαση», όπως λέει χαρακτηριστικά στην «Κ». «Η Ελλάδα δείχνει να έχει ανέβει επίπεδο και να προσπαθεί να φτάσει σύγχρονα εργασιακά πρότυπα προοδευτικών χωρών. Ο δρόμος είναι μακρύς και συνεχής, αλλά η κατεύθυνση φαίνεται να είναι σωστή», επισημαίνει. Συμπληρώνει όμως πως «το μεγάλο στοίχημα είναι κατά πόσον αυτός ο εκσυγχρονισμός θα είναι συνεχής». Αν και παραδέχεται ότι στην εξίσωση της επιστροφής η καριέρα και τα λεφτά είναι ένα σημαντικό κομμάτι, ξεκαθαρίζει ότι υπάρχει και ο παράγοντας «καρδιά» και η ανάγκη για την οικογένεια. Κι εκεί «δεν χωρούν αριθμοί». Ως χαρακτήρας ψάχνει το όραμα οπουδήποτε και διαβλέπει πως κάτι αλλάζει στη χώρα μας, γεγονός που τον βάζει σε σκέψη να επιστρέψει, ακόμη και για να κάνει κάτι δικό του. Οπως χαρακτηριστικά αναφέρει, «πραγματική ανάπτυξη υπάρχει μόνο όταν υπάρχει εξωστρέφεια, όταν μια χώρα αλλά και οι επιχειρήσεις αυτής συνάπτουν διακρατικές εμπορικές σχέσεις». Και σε αυτή την πορεία εκτιμά πως τα στελέχη με εμπειρία στο εξωτερικό μπορούν να βοηθήσουν σημαντικά.

Σύμφωνα με τη Δέσποινα Χάνη, που εργάζεται στο Λονδίνο στον τομέα του Private Banking, τα τελευταία χρόνια η Ελλάδα βιώνει τον επαναπατρισμό Ελλήνων επαγγελματιών που επιδιώκουν να συνεισφέρουν με τις δεξιότητες και την τεχνογνωσία τους ως μια αξιοσημείωτη τάση που αντανακλά τη σημαντική αλλαγή στην αντίληψη της χώρας μας ως τόπου ευκαιρίας και ανάπτυξης. Οι προσπάθειες των τελευταίων ετών για τη βελτίωση της επιχειρηματικής δραστηριότητας, την ενίσχυση του επενδυτικού κλίματος και την προώθηση της καινοτομίας διαμορφώνουν ένα νέο αφήγημα για τη χώρα, επισημαίνει, για να συμπληρώσει πως οι προοπτικές εργασίας, ιδιαίτερα στη σφαίρα των μεγάλων επιχειρήσεων, είναι πλέον πιο δελεαστικές από ποτέ.

Η Βάλια ΚωστοπούλουHR Business Partner, έφυγε από την Ελλάδα το 2015 για μεταπτυχιακό και πίστευε ότι θα γυρίσει σε ένα χρόνο. Σήμερα, 9 χρόνια μετά, έχοντας εργαστεί σε Αγγλία και Ιταλία, βρίσκεται και πάλι κοντά στο να επιστρέψει στη χώρα μας. «Λέω πως μένω στο εξωτερικό έως ότου να μη βγάζει νόημα», επισημαίνει στην «Κ». Ξεκαθαρίζει βέβαια πως της αρέσει το ρίσκο και αναγνωρίζει ότι μέσα σε ένα τόσο ανταγωνιστικό περιβάλλον, ειδικά για τις γυναίκες εργαζόμενες, οφείλει όταν της δίνεται η ευκαιρία να κάνει «το ένα βήμα παραπάνω». Ως μια τέτοια ευκαιρία αρχίζει να βλέπει και την Ελλάδα, καθώς φαίνεται πως κάτι αλλάζει προς το καλύτερο. Βέβαια και η ίδια, αρκετά πιο ώριμη πλέον, βρίσκεται πιο κοντά στην ηλικία τού να δημιουργήσει τη δική της οικογένεια. Γι’ αυτό και δηλώνει πως «το έχω φιλοσοφήσει. Θέλω κάποια στιγμή να γυρίσω για να έχω συνολική ευτυχία».

Πηγή : https://www.kathimerini.gr

Related Articles

Back to top button