Ασφάλιστρα Υγείας: Γιατί γίνονται βαρίδια – Τι λένε πολίτες
Από το 2026 θα ισχύσουν οι ρυθμίσεις για τον περιορισμό των αυξήσεων, σύμφωνα με τροπολογία που ψηφίστηκε στη Βουλή – Καταργείται ο «επίμαχος» δείκτης του ΙΟΒΕ που διόγκωσε τα κόστη – Οι ασφαλιστικές μείωσαν τα ποσοστά των αναπροσαρμογών αλλά καταναλωτές καταγγέλλουν ότι τους ωθούν σε απεμπλοκή από τα ισόβια συμβόλαια
Με διαδικασίες-εξπρές και υπό τις έντονες αντιδράσεις της αντιπολίτευσης ψηφίστηκε τελικά από την Ολομέλεια της Βουλής η τροπολογία που κατέθεσε η κυβέρνηση για τον περιορισμό των υψηλών αυξήσεων στα ασφαλιστήρια υγείας, η οποία περιλαμβάνει ρυθμίσεις που θα ισχύσουν μόνο από το 2026.
Σε πρώτο επίπεδο ωστόσο, τα αντανακλαστικά που προκάλεσαν οι κοινωνικές αλλά και πολιτικές αντιδράσεις για το θέμα είχαν σαν αποτέλεσμα μεγάλες ασφαλιστικές εταιρείες να προχωρήσουν σε ανακοινώσεις για περιορισμό του ποσοστού των αυξήσεων που επέβαλαν στους πελάτες τους. Πρόκειται για αυξήσεις που την τελευταία διετία ξεπερνούν το 30% ειδικά στα παλαιότερα ασφαλιστικά συμβόλαια, τα οποία χαρακτηρίζονται ισόβια.
Από εκεί και πέρα βέβαια, όπως αναφέρουν εκπρόσωποι της αξιωματικής αντιπολίτευσης, δεν προβλέπονται μεγάλες αλλαγές ούτε σημαντική αναδίπλωση των εταιρειών για τα ετησίως ανανεούμενα συμβόλαια που αποτελούν πλέον πάνω από το 70% των ασφαλίσεων υγείας, ούτε για τους ασφαλισμένους ισόβιων συμβολαίων ηλικίας μεγαλύτερης του 65ου έτους που έχουν υποστεί υπέρογκες αυξήσεις.
Η τροπολογία
Σύμφωνα με την τροπολογία που κατέθεσε ο υπουργός Ανάπτυξης κ. Τάκης Θεοδωρικάκος και ψηφίστηκε από τη Βουλή, από την 1η Ιανουαρίου 2026 «η ετήσια αναπροσαρμογή ασφαλίστρων σε συμβάσεις ασφάλισης υγείας με διάρκεια μεγαλύτερη του ενός έτους (μακροχρόνιες) εξαρτάται από τον Ετήσιο Δείκτη Αναπροσαρμογής μακροχρόνιων ασφαλίσεων υγείας (ΕΔΑ) που δημοσιεύεται από την Ελληνική Στατιστική Αρχή (ΕΛΣΤΑΤ) τον μήνα Δεκέμβριο εκάστου έτους».
Ετσι, οι αυξήσεις στα ασφάλιστρα υγείας θα καθορίζονται με βάση νέο δείκτη, η κατάρτιση του οποίου θα καθοριστεί με κοινή απόφαση των υπουργών Ανάπτυξης, Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών και Υγείας, έπειτα από εισήγηση του προέδρου της ΕΛΣΤΑΤ και του διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδος.
Παράλληλα καταργείται ο «επίμαχος» δείκτης του ΙΟΒΕ με βάση τον οποίο διογκώθηκαν τα σχετικά κόστη την τελευταία διετία. Ωστόσο αυτός ο δείκτης θα εξακολουθεί να διαμορφώνει τις αυξήσεις για το 2024 και το 2025, αν και φαίνεται από την πλευρά των ασφαλιστικών να είναι διατεθειμένες να απορροφήσουν μέρος της αύξησης.
Ο δείκτης του ΙΟΒΕ
Από την άλλη πλευρά, όπως επισήμανε τις προηγούμενες ημέρες το ΠαΣοΚ, ο υφιστάμενος Ενιαίος Δείκτης Υγείας (ΕΔΥ) του ΙΟΒΕ μόνο ενιαίος δεν είναι. Βασίζεται, δε, σε στοιχεία από τα μακροχρόνια συμβόλαια υγείας, με αποτέλεσμα τα δεδομένα για το συνολικό κόστος ασφάλισης να μην είναι αντιπροσωπευτικά, αφού τα προγράμματα αυτά έχουν παύσει, εξαιτίας επιχειρηματικών αποφάσεων για να «μετατρέπονται» σε νεότερα συμβόλαια.
Ετσι το ποσοστό του ΕΔΥ που εξήχθη το έτος 2023, με βάση τα στοιχεία αποζημιώσεων έτους 2022, και εφαρμόστηκε για τις αυξήσεις των ασφαλίστρων του έτους 2024 προσδιορίζεται σε 14,6%. Είναι ωστόσο αξιοσημείωτο και αποκαλυπτικό ότι στο Σύστημα Λογαριασμών Υγείας (ΣΛΥ) που δημοσίευσε η ΕΛΣΤΑΤ το ποσοστό αύξησης της χρηματοδότησης της Υγείας εκ μέρους της ιδιωτικής ασφάλισης κατά το έτος 2022 σε σχέση με το έτος 2021 ανήλθε σε 2,70% (με τον μέσο όρο της τελευταίας τετραετίας να ανέρχεται σε 3,15%).
Τούτο, δε, παρά το γεγονός ότι αυξάνεται κάθε έτος σημαντικά και ο αριθμός των ασφαλιστικών συμβάσεων. Ο δε Υποδείκτης Υγείας της Ελληνικής Στατιστικής Αρχής, ο οποίος αφορά τις μεταβολές του κόστους των υπηρεσιών υγείας, αυξήθηκε κατά μέσο ετήσιο όρο την τελευταία τετραετία σε 2,04%.
Πέραν αυτής της παρέμβασης οι ασφαλιστικές υποχρεούνται «να ανακοινώνουν δημόσια τις αναπροσαρμογές ασφαλίστρων για κάθε προϊόν ασφάλισης υγείας που προσφέρουν στους καταναλωτές, σε διακριτή σελίδα του ιστοτόπου της επιχείρησης με τίτλο «αναπροσαρμογές ασφαλίστρων». Η ανακοίνωση περιλαμβάνει τουλάχιστον την ονομασία του ασφαλιστικού προϊόντος, το ποσοστό της αναπροσαρμογής του ασφαλίστρου και τον χρόνο έναρξης ισχύος της αναπροσαρμογής».
Ακόμα, η τροπολογία της κυβέρνησης προβλέπει ότι οι επιχειρήσεις παροχής υπηρεσιών υγείας θα πρέπει να ανακοινώνουν δημόσια τις τιμές για κάθε είδος ιατρικής ή νοσηλευτικής πράξης που προσφέρουν στους καταναλωτές, καθώς και το ύψος αναπροσαρμογής της τιμής τους από την αμέσως προηγούμενη τιμή.
Η ως άνω ανακοίνωση γίνεται, με τη μορφή πίνακα-τιμοκαταλόγου, ιδίως, σε διακριτή σελίδα του ιστοτόπου της επιχείρησης με τίτλο «τιμές υπηρεσιών υγείας». Στο σημείο αυτό άλλοι πολιτικοί και οικονομικοί κύκλοι δικαίως αναφέρουν ότι αυτό προβλέπεται ήδη ως υποχρέωση των εταιρειών αυτών, και μάλιστα όπως διατείνονται εκπρόσωποι του κλάδου το κάνουν, αν και δύσκολα μπορεί να βρει κανείς τις τιμές. Να αναφέρουμε δε ότι οι τιμές καταλόγου δεν σημαίνει ότι είναι και οι τιμές που αποζημιώνονται οι ιδιωτικές κλινικές, διότι υπάρχουν συμφωνίες και διαμορφώνονται ειδικά τιμολόγια.
Οπως αναφέρουν στο «Βήμα» καταναλωτές που έχουν ισόβια συμβόλαια, αυτό που αποδεικνύεται από τις κινήσεις των ασφαλιστικών είναι ο στόχος τους να απεμπλακούν από τις υποχρεώσεις που απορρέουν από τα ισόβια παλαιά συμβόλαια.
Για τον λόγο αυτόν διαμορφώνουν τα τιμολόγιά τους σε τέτοια επίπεδα ώστε να αναγκάζουν τους ασφαλισμένους λόγω αδυναμίας εξόφλησης να τα εγκαταλείπουν και να συνεχίζουν τον… ασφαλιζόμενο βίο τους με ετήσια συμβόλαια.
Βρίσκουν αιτιάσεις
Οι ασφαλιστικές «πληρώνουν» το τίμημα των παροχών που έταζαν προ δύο δεκαετιών για καλύψεις «από το πρώτο ευρώ» ή αποζημιώσεις για το… «φακελάκι». Αυτές όμως τις παροχές δεν μπορούν να τις αποδώσουν και όταν οι ασφαλισμένοι τις διεκδικούν, όπως προβλέπεται από τα σχετικά συμβόλαια, βρίσκουν πολλές αιτιάσεις να μην το κάνουν, οδηγώντας τις τελικές διεκδικήσεις στα δικαστήρια.
Τα ετησίως ανανεούμενα συμβόλαια αναδεικνύεται λοιπόν το μέσο για να «ξεφορτωθούν» οι ασφαλιστικές εταιρείες ρίσκα μειώνοντας τις απαιτήσεις της ασφαλιστικής υπηρεσίας. Τέτοιες ασφαλίσεις προωθούνται μόνο σε ανώριμες ασφαλιστικές αγορές. Στις ασφαλίσεις αυτές οι εταιρείες επιφυλάσσουν για τον εαυτό τους τη δυνατότητα να μεταβάλλουν χωρίς περιορισμούς κάθε χρόνο τα ασφάλιστρα και τις παροχές. Δεσμεύονται βέβαια για την ανανέωση της ασφαλιστικής κάλυψης, υπό την αδιαφανή ή συχνά αποσιωπούμενη όμως προϋπόθεση ότι δεν θα διακόψουν το συγκεκριμένο πρόγραμμα.
Παρέμβαση του ΠαΣοΚ
Από την άλλη πλευρά, με βάση τα όσα περιέχονται στην τροπολογία που κατέθεσε την Τρίτη 14 Ιανουαρίου το ΠαΣοΚ, λαμβάνεται μέριμνα για την εφεξής μείωση του ασφαλίστρου σε ασφαλισμένους ισόβιων ασφαλιστηρίων συμβολαίων που έχουν υποστεί σε ηλικία μεγαλύτερη του 65ου έτους αδικαιολόγητες και απαράδεκτες αυξήσεις.
«Δεν πρέπει να παραβλέπεται ότι οι μακροχρόνιες ασφαλίσεις υγείας οργανώνονται κατά το πρότυπο των ασφαλίσεων ζωής, ώστε με τη δημιουργία κατάλληλων αποθεματικών να παρέχεται ασφαλιστική κάλυψη στους ασφαλισμένους, όταν αυτοί βρίσκονται σε λιγότερο παραγωγικές ηλικίες και αυξάνεται ο κίνδυνος νοσηλειών, σε προσιτά ασφάλιστρα» αναφέρεται σε αυτήν.
Αδικη πρακτική
«Δυστυχώς, ασφαλιστικές εταιρείες καταστρατηγούν συστηματικά στην περίπτωση των ισοβίων συμβολαίων υγείας την υποχρέωση αυτή, εφαρμόζοντας την εντελώς αντίθετη και άδικη πρακτική. Οι ασφαλισμένοι αυτοί, πλέον συνταξιούχοι, υφίστανται έτσι ακόμη πιο εξοντωτικές αυξήσεις, με προφανή σκοπό να υποχρεωθούν να εγκαταλείψουν τις ισόβιες ασφαλίσεις υγείας. Προβλέπεται η εφεξής μείωση του ασφαλίστρου για ασφαλισμένους που έχουν υποστεί την τελευταία πενταετία, και ενώ είχαν συμπληρώσει το 65ο έτος της ηλικίας τους. Το ασφάλιστρο μειώνεται στο ύψος που αυτό θα βρισκόταν αν οι εταιρείες εφάρμοζαν τον Υποδείκτη Υγείας της Στατιστικής Αρχής, προσαυξημένο κατά μία ποσοστιαία μονάδα».
«Αναγκάζομαι να διεκδικώ δικαστικά τις αποζημιώσεις μου»
Ζ. Α., συνταξιουχος, 78 ετών
«Εχω φτάσει στην ηλικία των 78 ετών έχοντας σημαντικά χρόνια προβλήματα υγείας τα τελευταία 20 χρόνια και δέχομαι μια δραματική επίθεση από την ασφαλιστική μου εταιρεία που θέλει να με οδηγήσει σε αναξιοπρέπεια. Με αναγκάζει παρά τη βεβαρυμένη κατάσταση να διεκδικώ προβλεπόμενες αποζημιώσεις μέσω της δικαστικής οδού. Μπορεί να έχω την οικονομική άνεση ώστε να κάνω υπομονή μέχρι την έκβαση των υποθέσεων, όμως δεν ξέρω αν θα έχω το σθένος το επόμενο διάστημα να μπορώ να συνεχίζω αυτές τις διεκδικήσεις».
Με τα λόγια αυτά ο κ. Ζ.Α.περιγράφει στο «Βήμα» τα προβλήματα που αντιμετωπίζει τα τελευταία χρόνια και ειδικά την τελευταία επταετία.
«Ανέκαθεν ήμουν υπέρμαχος της ιδιωτικής ασφάλισης υγείας και, λόγω της οικονομικής άνεσης που είχα, από το 1990 είχα ασφαλιστήριο υγείας το οποίο ήταν και αρκετά υψηλό» συνεχίζει. «Βέβαια και οι παροχές που έδινε ήταν ιδιαίτερα υψηλές. Δώδεκα χρόνια μετά την υπογραφή του συμβολαίου μου αναγκάστηκα λόγω σημαντικού προβλήματος υγείας να νοσηλευτώ σε ιδιωτική κλινική και τότε – το 2002 – η ασφαλιστική εταιρεία ανταποκρίθηκε άψογα και κάλυψε τα νοσήλια αλλά και την απώλεια εισοδήματος (χαμένα ημερομίσθια). Η ασφαλιστική ποτέ δεν μου δημιούργησε πρόβλημα και κατά τα επόμενα χρόνια, όποτε την είχα ανάγκη, καθώς ως χρόνιος ασθενής είχα τακτική ανάγκη από εξετάσεις και νοσηλεία, αποζημίωνε ό,τι προέκυπτε».
«Οι αλλαγές στο συμβόλαιό μου ξεκίνησαν το 2017, όταν είδα ότι πλέον δεν θα μπορούσα να πηγαίνω σε οποιοδήποτε ιδιωτικό νοσοκομείο, αλλά είχα μόνο τρεις εναλλακτικές ως επιλογή, ενώ δεν υπήρχε πρόβλεψη για δημόσια νοσοκομεία. Το ασφάλιστρο μειώθηκε, αλλά θα πρέπει να επισημάνω ότι τη δεκαετία 2009-2019 σημειώθηκαν οι μεγαλύτερες αυξήσεις που ήταν της τάξης του 150%, δηλαδή δυόμισι φορές επάνω. Ομως, παρ’ όλα αυτά και παρά τις καταγγελίες, δεν άνοιξε ρουθούνι» εξηγεί.
Να σημειώσουμε ότι αν και στα δημόσια νοσοκομεία ουδείς πολίτης χρεώνεται για τις υπηρεσίες που παρέχονται, παλαιά συμβόλαια προέβλεπαν αποζημιώσεις προς τους ασφαλισμένους εφόσον υπήρχαν τα απαραίτητα αποδεικτικά στοιχεία για τις ιατρικές εργασίες, λαμβάνοντας το 70% του κόστους.
Ουσιαστικά μιλάμε για νομιμοποίηση και αποζημίωση για το «φακελάκι» που μεσουρανούσε εντόνως στο παρελθόν (και φυσικά συμβαίνει ακόμα και σήμερα).
«Το 2017 λοιπόν η ασφαλιστική μου εταιρεία αλλάζει εντελώς πρόσωπο. Δεν αναγνωρίζει καμιά αποζημίωση νοσηλείας σε δημόσιο νοσοκομείο και μονομερώς λοιπόν αθετεί το συμβόλαιο. Για τον λόγο αυτόν έχω βρεθεί ήδη δύο φορές στο δικαστήριο. Τόσο για τη νοσηλεία μου και την παραμονή μου στην Εντατική, για αγγειοπλαστική επέμβαση κ.ά. λόγω εμφράγματος το 2017, όσο και για ένα άλλο χειρουργείο που έκανα ύστερα από τέσσερα χρόνια. Η δικαιολογία ήταν ότι δεν μπορούσαν να αναγνωρίσουν την επέμβαση που έγινε με νέα τεχνολογικά μέσα, επειδή δεν την περιείχε ο κατάλογος των επεμβάσεων που υπήρχαν στο συμβόλαιο. Βεβαίως το δικαστήριο με δικαίωσε».
Ολοκληρώνοντας τη μαρτυρία του στο «Βήμα» σημειώνει ότι θα βρεθεί και πάλι για τρίτη φορά στα δικαστήρια, καθώς η ασφαλιστική του δεν του αναγνωρίζει μια νέα επέμβαση που έκανε το 2023 ενώ δεν γνωρίζει επίσης τι θα γίνει και με μία ακόμα που ακολούθησε.
Οπως λέει, αυτή τη στιγμή «διαπιστώνω ότι με πιέζουν ουσιαστικά να εγκαταλείψω το συμβόλαιό μου, γιατί δεν τους συμφέρω ως πελάτης και ταλαιπωρούμαι με όλη αυτή τη δικαστική διαδικασία. Με οδηγούν να έχω σε αυτή την ηλικία και με όλα τα προβλήματά μου μια κρίση αξιοπρέπειας».
«Δίνουν μόνο προφορική προέγκριση και μετά την επέμβαση την αναιρούν»
Ν.Σ, Ιδιωτικός υπάλληλος, 55 ετών
«Παρά το γεγονός ότι άκουγα από πολλούς γνωστούς για την αξία να έχεις ένα ιδιωτικό συμβόλαιο υγείας, δεν είχα πειστεί να το πράξω σε νεότερη ηλικία. Η περίοδος της οικονομικής κρίσης όμως αλλά και το γεγονός ότι οι γονείς μου σε μεγάλη ηλικία ταλαιπωρήθηκαν από το δημόσιο σύστημα Υγείας, με οδήγησαν στην αναθεώρηση αυτής της άποψης και αποφάσισα να αποκτήσω ένα συμβόλαιο υγείας από ιδιωτική ασφαλιστική» μας αναφέρει σχετικά ο ιδιωτικός υπάλληλος Ν.Σ.
«Λόγω εργασίας είχα, θα έλεγα, ένα προνομιακό καθεστώς για αρκετά χρόνια όσον αφορά τις καλύψεις περίθαλψης καθώς το Ταμείο στο οποίο ανήκα είχε πολύ καλές παροχές, και μάλιστα πλησίαζε αυτά που μας έλεγαν οι ασφαλιστικές για να μας προσεγγίσουν. Από τη μια, οι καλές παροχές συν το ομαδικό ασφαλιστήριο που είχαμε στην εργασία, από την άλλη, η νεότητα που δεν με έκανε και τόσο προνοητικό για το μέλλον και δεν είχα σκεφτεί να έχω εγώ ένα ατομικό συμβόλαιο» σημειώνει ο ίδιος.
Η δημιουργία του ΕΟΠΥΥ μέσα στην οικονομική κρίση και οι πολλές περικοπές οδήγησαν πολλούς πολίτες στο να σκεφτούν την ιδιωτική ασφάλιση. «Το 2017 λοιπόν πείστηκα να αποκτήσω ένα συμβόλαιο υγείας το οποίο θα ήταν ετησίως ανανεούμενο, καθώς τα παλαιά ισόβια συμβόλαια με τις πολλές παροχές δεν υπήρχαν πια. Ετσι απέκτησα ένα ατομικό ετήσιο συμβόλαιο με κόστος 800 ευρώ. Ξέρετε πού έχει φτάσει πλέον το κόστος ύστερα από επτά χρόνια; Στα 1.300 ευρώ. Δηλαδή έχει αυξηθεί κατά 65%» συνεχίζει τη διήγησή του.
«Θα ήθελα, δε, να αναφέρω ότι δεν είναι μόνο η μεγάλη αύξηση που κόστους από την πλευρά της ασφαλιστικής για τις ίδιες παροχές. Αλλά και η κατά κάποιον τρόπο απόμακρη συμπεριφορά της εταιρείας, και δεν μιλάω για τον ασφαλιστικό σύμβουλο τόσο αλλά για το όλο σύστημα που χρησιμοποιούν. Πολλά ψιλά γράμματα, ασάφειες και, το κυριότερο, καμιά τεκμηρίωση για τις αυξήσεις. Συνήθως λαμβάνω το κείμενο της ενημέρωσης την ίδια στιγμή που θα πρέπει το υπογράψω. Βέβαια ακόμα κι αν το μελετήσω δεν μου είναι και τόσο εύκολο να καταλάβω. Ετσι σε μεγάλο βαθμό δεν έχω γνώση εκ των προτέρων για τους όρους αλλά και για κινδύνους» συμπληρώνει.
«Επίσης να σας μεταφέρω αυτό που διάβασα κάποια στιγμή και όντως ταιριάζει και σε μια δική μου περίπτωση, ότι δηλαδή οι ασφαλιστικές εταιρείες πολλές φορές επικαλούνται προσχηματικά επιχειρήματα προκειμένου ο καταναλωτής να μην αποζημιωθεί ως προς την κάλυψη χειρουργικών επεμβάσεων ή διαγνωστικών εξετάσεων. Για παράδειγμα, συχνά επικαλούνται ότι τα υλικά των επεμβάσεων δεν περιλαμβάνονται στη λίστα παροχών που καλύπτουν, με αποτέλεσμα να αποζημιώνουν μόνο ένα μέρος αυτών, ενώ ο ασφαλισμένος είχε εξαρχής ενημερώσει για την επέμβαση χωρίς η ασφαλιστική να εκφράσει κάποια αντίρρηση. Επίσης, δίνουν προφορική μόνο προέγκριση και μετά την επέμβαση την αναιρούν. Να πω πως κι εγώ όταν έσπασα το δεξί πόδι μου δεν αποζημιώθηκα και δεν κατάλαβα ποτέ τον λόγο! Μήπως αν είχα ατύχημα στο αριστερό να ήταν διαφορετική η αντιμετώπιση;» συνεχίζει χαριτολογώντας, προσθέτοντας ότι σταδιακά διαπίστωσε πως οι ασφαλιστικές κάνουν συχνά πολλές τέτοιες εξαιρέσεις και δεν αποζημιώνουν.
«Πάντως να πω ότι όταν έκανα επέμβαση χολής αποζημιώθηκα, όμως σε αυτό συνέβαλε και το γεγονός ότι ένα σημαντικό μέρος της επέμβασης καλύφθηκε από το ταμείο ασφάλισής μου και μόνο το υπόλοιπο από την ασφαλιστική».
ΠΗΓΗ: ΤΟ ΒΗΜΑ